relente - ορισμός. Τι είναι το relente
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι relente - ορισμός


relente      
fig. fam. poco usado Sorna, frescura.
relente      
relente (del fr. "relent", de "reler", del lat. "regelare", helar) m. Humedad que se nota en la atmósfera al refrescarse ésta en las noches serenas. Cencío. *Meteorología.
relente      
Sinónimos
sustantivo
Antónimos
sustantivo
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για relente
1. La noticia en otros webs webs en español en otros idiomas Los habían acomodado en el interior del barco, para protegerlos del relente y la humedad de la noche en cubierta.
2. Las noches en los jardines de Sabatini se están dando frescas este verano, algo que sorprende poco entre el público, que ya viene de casa pertrechado con una rebequita para echarse a los hombros cuando el relente y el viento hacen acto de presencia.
3. La política de seguridad democrática del presidente Uribe, criticada por su relente autoritario, y a cuyo amparo más de 60 legisladores uribistas están en la cárcel o sometidos a investigación por sus relaciones con los paramilitares -mercenarios, igual de criminales que las FARC-, ha dado golpes decisivos a los insurgentes.
Τι είναι relente - ορισμός